Διάλογο με τη νύχτα




Έσβησε το φως
και έγειρε πλάι μου το κορμί της.

Η ανάσα ακουγόταν
στο ρυθμό της νύχτας.

Ξάφνου και οι στάλες της βροχής.

Τις άκουγα απαλά,
χάιδευαν τα κορμιά μας
πριν γίνουν μπόρα.

- πρώτα τα κορμιά -
μετά η σιωπή.

Εκείνη τη νύχτα άκουσα,
άκουσα μέσα από την βροχή.

Η άδεια μου καρδιά,
γέμιζε.

Η βροχή δεν έπεφτε στα φύλλα,
μήτε στον άδειο δρόμο.

Έπεφτε μέσα μου.

Δεν στεγνώνει εύκολα
η καταιγίδα του έρωτα.

Πλάι στο κορμί της κάθε βράδυ,
ότι δεν άκουσα ποτέ μου.

Ό,τι βροχή δεν με πότισε,
ό,τι ήχος με τρόμαξε,
ό,τι λέξεις δεν ειπώθηκαν
μαζί τώρα σε ένα κορμί.

Στην επιφάνεια μονάχα το πάθος.

Ο ήχος στο σκοτάδι,
σε ίδιο ρυθμό με τα κορμιά.

Τώρα σιωπή.

Είναι ξημέρωμα,
ο ήλιος πια στην επιφάνεια.

Ο ήχος της σιωπής καθώς έφευγε:
δαιμονιώδης.

- μονάχα σώμα για εκείνη -

Φοβάμαι πως ξεχείλισε,
ξεχείλισε για εμένα η αγάπη.

Ξανά νύχτα.

Αυτός έκλεισε το φως
και ξάπλωσε.

Ξάφνου και η βροχή.

Η βροχή έμοιαζε δύσκολη
και τώρα πότιζε το μίσος του.

Πρώτα ο έρωτας
και ύστερα ο πόνος.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου