Ταχυδρόμος



 Μια μέρα με ήλιο βροχερό 
στο σπίτι κάποιος χτύπησε την πόρτα
και έφυγε τρέχοντας
- σαν μικρό παιδί.

Ίσα που πρόλαβα να δω
το σκουριασμένο του ποδήλατο.

Ήταν αυτός ο ταχυδρόμος,
με τα γκρίζα μαλλιά 
και το τσαλακωμένο πουκάμισο.

Συχνά μου έφερνε τα νέα
της κοινωνίας.

Δεν σύχναζα στο έξω
- και όταν το'κάνα -
ήταν για να πάω ως την απέραντη θάλασσα.

Εκεί που για πάντα
θα στέκονται να μας θαυμάζουν
οι ταλαιπωρημένοι αλλά και οι πεθαμένοι.

Άλλες φορές έφερνε νέα
των παλιών μου απραγματοποίητων ερώτων.

- σήκωσα τον φάκελο από το πάτωμα.

Αυτή τη φορά στο γράμμα,
οι λέξεις ήταν σκορπισμένες.

Ούτε μια σειρά ατσαλάκωτη.

Λόγια που ήταν
από καιρό γραμμένα.

Ήταν το γράμμα εκείνο,
που ανακοίνωνε τον θάνατο μου.

Ένας κρύος αέρας με διαπέρασε.

Σκέφτηκα πόσοι ακόμα θα χτυπήσουν
τούτη την πόρτα και δεν θα με βρουν.

Πόσοι έρωτες,πόσες επαφές.

Πόσες συγκινήσεις θα χάσω.

Πόσες χαραυγές θα πεθάνουν
και εγώ δεν θα βρίσκομαι εκεί
- αλλά μέσα στον ήλιο.

Απ'την άλλη τα μάτια μου 
γέμισαν δάκρυα χαράς
- κάπως έτσι ονειρευόμουν να φύγω.

Με έναν ήλιο βροχερό,
 μετά από μια τόσο όμορφη 
- ακατανίκητη ζωή.

Γιατί ζωή,
με ταξίδεψες στα πιο όμορφα νερά σου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου