χώμα



Ήταν νύχτα,
και ένας καημός
έκλαιγε στο βάθος.

Ολάκερη η ζωή μου
στη στάχτη σκεπασμένη.

Ήταν τα μάτια μου τυφλά
και ξένο το κορμί μου.

Και ο πόνος ήρθε,
με ξερίζωσε σαν δέντρο γέρικο 
και άπλωσε στις ρίζες μου τη λύπη.

Και ύστερα έγινα,
το χώμα μιας πατρίδας,
που δεν πατήθηκε ποτέ.

Χώμα.

Γυμνός,
και στα χέρια μου,
το αίμα της ζωής.

Έσκαψα επάνω στο κορμί μου,
επάνω σε πληγές ανοιχτές,
με τα νύχια γεμάτα χώμα.

- ώσπου κάτω απ'το χώμα το νεκρό,
βρήκα αρώματα αθάνατα
με δάκρυα σταλαγμένα.

Και πλύθηκα με εκείνα
στις πιο μεγάλες μου ουλές.

Και ύστερα
- γεννήθηκα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου