##



Τις νύχτες
επισκέπτομαι
το δύσβατο
σώμα σου
που στέκει
πάνω στην
 ακλόνητη πραγματικότητα
 σαν μια λέξη
ηχηρή
που ακούσαμε
κάποτε
τυχαία
μέσα σε ένα πλήθος
από πρόσωπα άγνωστα.

Η καρδιά σου
- αλύγιστη -
σαν
ένα τεντωμένο
σιδερένιο 
σχοινί
που φτάνει
απ'την καρδιά μου
έως την κόλαση.

- μα η κόλαση
ίσως να είναι
  κάπου πιο κοντά.

Κάπου μέσα μου.

Και ίσως συχνά
να βυθίζομαι
στον πάτο της
για να βρω
όλα τα ναυάγια
του κορμιού μου.

Τα πρόσωπα
που έζησα
- αφήνουν πια
 μια γκρίζα
γραμμή πάνω
στο παράθυρο
- καθώς η βροχή
τα διαγράφει
με έναν τελευταίο
παντοτινό στίχο.
 Τις νύχτες
επισκέπτομαι
όλους τους
άγνωστους
που αντάλλαξα
έστω και ένα βλέμμα
ή μια λέξη
ή ακόμα
και αυτή την σιωπή
που κραυγαλέα
σκοτώνει
την ανάμνηση μας.

Αχ - η μνήμη!

- σαν
ένας μελλοθάνατος
που γυρεύει
την άνοιξη
μέσα
στην μελαγχολική
μελωδία ενός πιάνου.


Εκεί
στο σκοτάδι
- εκεί κάθε βράδυ -
με προσμένουν
όλα τα σώματα
που δεν πρόφτασα
σαν κάφτρες
από τσιγάρα
στα χείλη
των ετοιμοθάνατων.

Κάθε πρωί
- τι και αν φεύγεις -
αφήνεις και εσύ
τις στάχτες σου
πάνω στο δέρμα μου.

Και πάντα
θυμάμαι
τα μάτια σου
που έμοιαζαν
σαν δύο βαθιά
σκοτεινά πηγάδια
απ'όπου ανέβλυζε
κάτι πιο βαθύ από εμένα
- είναι
που πάντα
πήγαζαν στα μάτια σου
οι παιδικές μου σκοτωμένες μνήμες
και
όλες αυτές
οι δειλές
σκέψεις
που δεν πρόφτασα
να κάνω.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου