6#


Ο ήχος σου
ακόμα
πλαγιάζει
τις νύχτες
- εδώ
πλάι
στον χειμώνα
που με κατασπαράζει
συνεχώς
απ'όταν άρχισε
να μακραίνει
αυτό
το αντίο
της φωνής σου.

Το πρόσωπο σου
ακόμα
υπάρχει στην
μνήμη μου
σαν ένα καταφύγιο
για τον κυνηγημένο
και άλλοτε
σαν μια συμφωνία
με έναν
βέβαιο θάνατο.

Θυμάσαι
τις ημέρες
πλάι στο φως;

Τα χέρια σου
όταν με αγκάλιαζαν 
έμοιαζαν
σαν να
καλωσορίζουν
την άνοιξη
μετά από
τα χιλιάδες
εγκλήματα
ενός φθινοπώρου.

Μέσα
στα μάτια σου
είδα για λίγο
όλα τα χαμένα
παιδικά όνειρα μου.

Αυτά τα μάτια σου
με το μοιραίο δολοφονικό
χρώμα τους 
πάντα τόνιζαν
τον δρόμο μου
- σαν αυτά
τα πεσμένα κίτρινα
φύλλα το φθινόπωρο
που πάντα
με οδηγούσαν
στο επόμενο
ποίημα.


Το σώμα μου
στέκεται
δύσκολα
ανάμεσα
στον κόσμο
της καρδιάς σου
και στον
κόσμο της
πραγματικότητας.
Μα εγώ
θα θυμάμαι
το γυμνό φως
που έδενε το κορμί σου
- και αυτή την καρδιά μου
που γέμισε
για λίγο παιδικότητα
- επειδή
την άγγιξε
το άστρο της
καρδιάς σου.

Μια νύχτα
γύρισα
εκεί
που κατοικούσα.

Ήταν πάλι
φθινόπωρο.

Κάτι
παλιά χειρόγραφα
πετούσαν
μαζί με τα
χλωμά φύλλα.
Σαν να
πάλιωναν
εκείνα τα
πρόσωπα
σε εκείνα τα ποιήματα.
Σαν να ήξεραν
- πως σύντομα
θα άνθιζε
κάτι καινούργιο
στην θέση τους.
Μπορεί
να ήταν η 
απαλή ανάσα σου
ή
ένα ψεύτικο
όνειρο ακόμα.


- μα θεέ μου
αλήθεια
- μόνος
σε εκείνο το κρεβάτι -
ξάπλωσα
και πλάγιασαν μαζί μου
όλες οι σκληροτράχηλες
αναμνήσεις των ανθρώπων
που έζησα
και κάπου εκεί
πιο βαθιά
έκλαιγε η μνήμη της
πλάι στα φύλλα
της εποχής
 για αυτό
που θα ανθίσει
ή μάλλον
για αυτό
που δεν θα ανθίσει ποτέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου