Το τρένο που κλαίει.



Κάποιες νύχτες μες'το χειμώνα
πηγαίνω στην άκρη της πόλης
εκεί όπου βρίσκεται ο σταθμός των τρένων
και των νεκρών ονείρων που ονειρεύεται ο κόσμος.

Γύρω μου περιπλανώμενοι θλιμμένοι 
που ποτέ δεν συγκρατώ την μορφή τους
- αν και μιλάμε την ίδια γλώσσα χρόνια τώρα.

Στα άχρηστα πια βαγόνια 
μένουν άστεγοι,απόμακροι από όλα
και σε κοιτάνε με τόσο απόγνωση στα μάτια.

Εκεί στο απαλό σκοτάδι 
- που ξεχωρίζουν μόνο κάποια άσχημα φώτα -
ξαφνικά ακούω το τρένο που έρχεται με δύναμη
και με ήχο προειδοποιητικό.

Αυτό το σφύριγμα,ήχος που διαπερνάει τα πάντα,
  θυμίζει ανθρώπους που κάνανε στάση απ'την ζωή σου
- κάποιοι φύγανε χωρίς προειδοποίηση.

Λίγο μετά,
ξεχωρίζουν οι πρώτες σκιές απ'τα παράθυρα.

Τόσοι άνθρωποι σε βαγόνια
- σώματα νεανικά,γερασμένα,ερωτευμένοι,
πληγωμένοι,δολοφόνοι της αγάπης,
τρελοί και κάποιοι ταξιδιώτες.

 Ξάφνου φρενάρει ο οδηγός
και το τρένο αρχίζει να κλαίει
- είναι οι μνήμες που κλαίνε -
τόσα χρόνια τα κρατάει μέσα του
και σε κάθε στάση βρίσκει ευκαιρία
να βγάλει τον πόνο του.

Και οι σπίθες,οι σπίθες είναι τα δάκρυα που πετάει από πάνω του,
όταν τρίβεται η αλήθεια με τον πόνο.

   Τώρα φωνές ανθρώπινες ακούω.

Τους βλέπω να χαιρετιούνται,
κάποιοι ανεβαίνουν βιαστικοί και μόνοι
- θέλουν τόσο να είναι στην επόμενη στάση.

Κάποιοι κατεβαίνουν 
γεμάτοι στα χέρια με μνήμες.

Το τρένο παίρνει φωτιά ξανά
και εγώ σκέφτομαι,
αν είμαι στάση η τρένο.

Περιμένω τους ανθρώπους (;)
- η κυνηγάω και ψάχνω για τον επόμενο;

Δεν αντέχω πια στις στάσεις την τόση αναμονή
- ας γίνω τρένο,να κυνηγήσω -
τόση ομορφιά δεν χωράει αν μόνο περιμένεις.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου