αδειοσύνη




Πόσο
στοιχίζει
ένα
πρωινό
λευκό,
κάτασπρο,
- πιο λευκό
απ'όλα -
με τα στήθη σου
για ήλιο;

Τα μάτια σου
μια απέραντη ξενιτιά 
που
 χρεώθηκα
για πάντα
ύστερα
από εκείνη
την νύχτα που ήταν άδεια
σαν τις καρδιές μας
που γεμίζουν
αδειοσύνη
σαν κοιτιούνται.

Πες μου
τι κοστίζει
το λίγο
απ'τις άκρες των χεριών σου.

Μια τρυφερότητα
σαν ψέμα
πόσο πάει
αν ακουστεί
απ'τα δικά σου
χείλη;

Πόσο πάει
πες μου
το χρυσαφί
των ματιών σου;

Πόσο πάει
μια νύχτα
κοντά στο μπουρδέλο της καρδιάς σου;

Πόσο πάει
μια γωνιά
να μοιραστούμε
στους ξέχειλους από βρωμιά
δρόμους αυτής της
πόλης
που ονειρευτήκαμε;

Το κορμί σου
ένας ίσκιος
μες την
καρδιά
του μεσημεριού.

Και
αυτός ο τρόπος
που μιλάς,
μοιάζει
σαν
τραγούδι ελευθερίας 
φυλακισμένου
πουλιού.

Τι κοστίζει
- πες μου -
να ξαπλώσω
πάνω στον ίσκιο σου
και ύστερα
να μου τραγουδήσεις
για μια ομορφιά ξένη
και για ένα καλοκαίρι
που θα κολυμπήσουμε
σε κάτι χρυσαφί
και κατακόκκινα λουλούδια;

Ελαφρύς όσο ποτέ
από αμαρτίες
να αποκοιμηθώ
στα χέρια σου
- και μετά,
πέταξε με
σαν ασήμαντο νεκρό
στην πιο βασανισμένη
πατρίδα
της καρδιάς σου
-στην πιο άδεια
γωνιά στιγμής
της υπόλοιπης
ζωής σου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου