55



Ποτέ πια
δεν θα είναι
όπως παλιά.

Οι δρόμοι
τώρα
αδειάζουν
και γεμάτοι χιόνι
πνίγουν
κάθε ταπεινό
μικρό μας βήμα.

Τα πουλιά
που κελαηδούσαν
το ξημέρωμα
τώρα σώπασαν
και αυτή την
νεκρή πόλη
την σκεπάζει
μια νυχτερινή θλίψη.

Στο
δωμάτιο
ακροβατούν
δύο
τεράστιες αποφάσεις.

Να φύγω
ή 
να μείνω;

Ποτέ πια
δεν θα είναι
όπως παλιά.

Οι άνθρωποι πια
κρύβονται
μέσα σε
διάφανους πόνους
και σε ήχους
ξεκούρδιστων φωνών.

Όποια
απόφαση
και να έπαιρνα
εκείνη τη νύχτα
ο δρόμος
θα ήταν ο ίδιος.

Μέσα
σε κάτι
μπερδεμένες σκιές
ένα βιολί
μας παρασέρνει
σε μια πραγματικότητα
που είναι γραμμένη
μόνο μέσα
σε ένα όνειρο
που κανείς
δεν ονειρεύτηκε ακόμα.

Δεν είναι όπως παλιά.

Το γέλιο μου
είναι μια
μηδενική ανάμνηση.

Το σώμα μου είναι
ένα γερασμένο πορνείο
που μπαινοβγαίνει
ολόκληρη
η κοινωνία
των άκρων.

Ενώ το σώμα σου
ένα
σεντόνι
που με σκέπαζε
μέσα στις πιο
κρύες πραγματικότητες.

Και αυτό το
χαμόγελο σου
ένα
ηλιοτρόπιο
που ακολουθεί
και
η πιο σκοτεινή σκιά.

Δεν είναι
όπως παλιά.

Εισπνέω
ένα χαμένο πλήθος.

Εισπνέω
κάθε χαμένη μου κίνηση.

Και τώρα
που βρήκαν
την κόλαση τα πόδια μου
- τώρα
θυμάμαι
πως αυτό που παραμένει παλιό
είναι
η μνήμη -
σαν μια γριά
γεμάτη εμπειρία
μα χαμένη
στο πλήθος
της πραγματικότητας
και των θολών προσώπων

Κανείς
δεν έμαθε
εκείνη τη νύχτα
αν έζησα
ή αν έφυγα
αλλά το πρωί
βρέθηκε
ένα γράμμα
βαρύ
με ουλές
τεράστιες
που μέσα τους
έπλεαν
κάτι τεράστιες
μνήμες.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου