κολαση



Όταν
 άφησα
τα χέρια σου
ήξερα
πως 
τις νύχτες
θα πιάνω
μόνο
έναν πόνο
στο σκοτάδι.

Όταν
τσάκισες
την καρδιά μου
ήξερα
πως πια
θα κρέμεται
μόνο
από μια κλωστή
τεντωμένη
που πάνω
θα ακροβατεί
η μνήμη μου
για εσένα.

Όταν πήγα
στον σταθμό
μα όλα 
τα τρένα
είχαν φύγει
ήξερα
πως έπρεπε
να περπατήσω
πάνω 
στις καυτές
ακόμα
ράγες για να βρω
τον δρόμο προς
εκεί
που ίσως ανήκω.

Όλα τα πρόσωπα
που θυμάμαι
τώρα χάθηκαν.

Ίσως αυτοί
πρόλαβαν
το τρένο.

Θυμάμαι 
ένα πρωινό ενός
παιδικού χειμώνα
- το χιόνι
έμοιαζε
σαν μια απλωμένη
ευτυχία
σε μια γη 
που συνεχώς φλέγεται
- ξύπνησα και πήγα
στον σταθμό της πόλης
και ζήτησα
το εισιτήριο
για το τρένο
που δεν έφτανε
ποτέ στον προορισμό του
και μόνο
ταξίδευε προς μακρινές
άπιαστες επιθυμίες
- ο σταθμάρχης
τότε
δεν ζήτησε λεφτά
πάρα μόνο
την καρδιά μου.

Από τότε
ακόμα ταξιδεύω.

Και
το ταξίδι αυτό
έχει περάσει
τουλάχιστον χίλιες φορές
μέσα απ'τα
απέραντα μάτια σου.

Και καμιά φορά
μέσα
στα πιο σκοτεινά
τούνελ
βλέπω δικούς μου ανθρώπους
που πια έχουν φύγει
να ταξιδεύουν
προς τον αντίθετο δρόμο.

Γέρασα
πια
μα ακόμα
πλανιέμαι
σε ήχους από φωνές γνώριμες
και έστω και αν είναι ψέμα ή ανάγκη
εγώ τις ακούω.

Και
ξέρω πως
όταν παιδιά
βλέπαμε τα άστρα
να πέφτουν,
δεν γινόταν μόνο
επειδή το ζητάγαμε.

Τώρα,
αν μου λείπει κάτι,
είναι αυτή η επιθυμία μου
να με πονάς
όπως πονούν
οι ερωτευμένοι.

Και αν έφτασα ως εδώ,
κατάκοπος
απ'την πραγματικότητα
- πάντα ήξερα.

Ήξερα
πως είχα γεννηθεί
χωρίς ζωή
και αλήθεια
το μόνο που έμενε
ήταν να βρω
μια κόλαση για
δεκανίκι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου