ακούγοντας



Άρχισαν
άξαφνα
πάνω 
στα μάτια μου
να κρέμονται
όλες
οι απραγματοποίητες
λύπες ενός
καρδιακού ονείρου.

Και ύστερα
φύσηξε
και το μόνο
που μπορούσα
να δω
ήταν
το πόσο
καμιά φορά
σε σκοτώνει
το τέλος
ενός δρόμου
που δεν πήρες
ή όλα
εκείνα τα
χυμένα με αίμα
λόγια που
πια η μνήμη μου
συνθλίβει.

Ο πιο
λυπητερός
θόρυβος
δεν
είναι
αυτός
στο βρώμικο χάος
του κόσμου
αλλά
αυτός
στα κενά
των σιωπών
και των κορμιών
που συγκρούονται
στο φως
- και τώρα
που ποθώ
ένα κορμί
της άνοιξης
να θάψει
τις λύπες μου
- ακούω μόνο
μελλοντικές
πόρτες
που γρυλίζουν
καθώς κλείνουν
το ολότελα σκοτωμένο αύριο.

Άρχισαν
αυτά
τα ακάλυπτα
αγγίγματα
να εμφανίζονται
στις παλάμες
των κουρασμένων
χεριών μου
μετά
από τόσες μάχες
με ανύπαρκτα
κορμιά
που αγάπησα.

Και
όσο
και αν αφήνω
τα αποτυπώματα μου
πάνω σε ξένα κορμιά
- παραμένουν
ακάλυπτα.

- είναι ίσως
που προσμένουν
να αγκαλιάσουν
ολόκληρη την
καρδιά σου.

Άρχιζε
να αλλοιώνεται
το μυαλό μου
και κοίταγα
μόνο
από ένα παράθυρο
που είχα
φτιάξει
για να πέσω
στο κενό.

Και 
έξω
συνεχώς
πετούσαν
μαραμένα φύλλα
και καμιά φορά
τα συνόδευε
η τελευταία μουσική
του κόσμου.

Άξαφνα
ένα πρωί
αυτές
οι λύπες
που κρεμόντουσαν
στα μάτια μου
- έφυγαν.

Μετά
από χρόνια
τις είδα
κάπου
στα μάτια σου
και
- θεέ μου -
ζητούσαν
απεγνωσμένα
βοήθεια.

Τότε
ήταν
που έκανα
το μεγάλο βήμα
προς το απέραντο.

Κάπου
εκεί
έχασα
για πάντα
την έννοια
της λέξης
"θνησιμότητα" 

Ίσως
βέβαια
να έχασα
όλες τις έννοιες
των λέξεων.

Μα
που και που
- όταν
χάνω
τα κομμάτια μου -
κρεμιέμαι
σαν αθάνατος
στο κάθε γράμμα,
στον κάθε τόνο,
στην κάθε συλλαβή,
της λέξης
"ελπίδα".


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου